Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2011

Εδώ το καλό μέλι.

Το ξύπνημα όσο μπαίνει το φθινόπωρο γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο.  Το κάθισμα του αυτοκινήτου μου μου λέει κάθε πρωί είσαι τυχερός που έχεις ακόμη δουλειά και μάλιστα επί πληρωμή.


Πρώτη στάση για πρωινό καφέ. Στην είσοδο σκέφτομαι μήπως είναι υπερβολή τα καθημερινά 2,30 για τον καφέ ενώ μπορώ να τον φτιάξω στο γραφείο μου. Και εκεί που είμαι έτοιμος για οπισθοχώρηση βλέπω μέσα ουρά να περιμένει να δώσει τα 2,30. Εκεί την πατάω πάντα. Σαν κλασσικό δείγμα του Έλληνα που ακολουθεί τους πολλούς περιμένω και εγώ στοργικά και υπομονετικά. Κατανάλωση.



Δεύτερη στάση βενζινάδικο. Ο καλός ο βενζινοπώλης κρατάει τεφτέρι για τους συνοικιακούς πελάτες και φωνάζει βενζίνη επί πίστωση. Ευτυχώς το τεφτέρι δεν γράφει μέσα το όνομά μου και άρα δυστυχώς δεν γίνομαι large τύπου γέμισε το. Όταν ζητάω απόδειξη για τα 20 ευρώ μου λέει πάρε μια των 40. Ο προηγούμενος ήταν φεουδάρχης μάλλον και τον ευχαριστώ πολύ.


Συνέχεια πορεία προς το γραφείο. Κίνηση, στάσεις εργασίας, απεργίες μέσων μαζικής μεταφοράς, κόρνες, αμάξια που ''πονάνε'' με το σταμάτα ξεκίνα, τσέπες που πονάνε για τα service και τις καταναλώσεις μέσα σε αυτή τη κόλαση. Οι οδηγοί είναι νευρικοί, φωνάζουν και βρίζουν με το παραμικρό. Δεν τους νοιάζει το έλλειμμα του ΑΕΠ αλλά το έλλειμμα που δημιουργείται μέρα με τη μέρα μέσα στην οικογένεια τους. Μιζέριες, γκρίνιες , ανασφάλειες, όλα μια μαύρη μπάλα μέσα στο κεφάλι και θέλει μια μικρή καρφίτσα για να γίνει το μπάμ.


Τρίτη στάση εφορία Περιστερίου. Τρέλα. Δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ πως ακριβώς απέναντί από το ανάκτορο club θα εξελίσσονταν σκηνές αλλοφροσύνης. Στην είσοδο έχουν βάλει φωτιά κάτι γεροντάκια. Κάνω τον αναστενάρη γιατί πρέπει να πληρώσω περαίωση και ανεβαίνω στον πρώτο. Η ουρά για το ταμείο είναι μεγάλη και ποικιλόμορφη. Μα τι διάολο; Είναι λες και τους μάζεψε το κράτος και τους είπε ελάτε τώρα θα σας ξεζουμίσουμε από εσάς θα σωθούμε. Ένας κύριος φωνάζει ''ναι μαζί τα φάγαμε, φταίμε και εμείς'' και οι από πίσω του πέφτουν να τον φάνε γιατί αυτοί δεν τα είχαν φάει. 


Τέταρτη στάση πελάτης για να εισπράξω χρήματα για υπηρεσίες που είχαν γίνει προ μηνών. Ο επιχειρηματίας μου λέει ''πως είναι δυνατόν να ζητάς χρήματα τέτοιες εποχές'' . Μα τι ζητάω; Δανεικά; Με πληρώνει όμως αφού κάνει το κομμάτι του λες και αυτός δίνει τσάμπα στους πελάτες του. Υποκρισία.


Τελευταία στάση στο γραφείο. Στη πόρτα με περιμένει μια κούτα και ένας φάκελος από πάνω από Ν. Παπαδόπουλο Κρήτη (Πελάτης). Ανοίγω τον φάκελο και βλέπω το πόσο των 150 ευρώ και ένα μικρό σημείωμα που μαρτυρά άνθρωπο χωρίς πολλές γνώσεις γραμματικής. ''Δεν έχω λεφτά για να καλύψω το υπόλοιπο γι αυτό σου στέλνω τη κούτα''. Η κούτα στίβαζε μέλια, θυμάρια, τυριά, κρασιά και άλλα παραδοσιακά αγαθά της μάνας φύσης. Τι να κάνεις σε αυτόν τον άνθρωπο τώρα; Απλά τον κρατάς στην καρδιά σου και ας αθέτησε την συμφωνία του.


Ο κύριος Παπαδόπουλος δεν ξέρω γιατί αλλά άνοιξε την καρδία μου, τόσο με τον τρόπο σκέψης του αλλά και με τη μυρωδιά του θυμαριού που αναδυόταν με το άνοιγμα της κούτας.  


Από κάθε στάση έφευγα με ένα χαμόγελο γιατί αυτή τη γυναίκα που ακούει στο όνομα μιζέρια δεν την γουστάρω καθόλου. Ένα χαμόγελο που σέρνει πίσω του την αισιοδοξία ακόμη και αν αύριο που πληρώνομαι αντί για χρήματα πάρω μέλι και χόρτα από το atm της alpha bank. 


Αλήθειες καθημερινής τρέλας...


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου