Πέμπτη 2 Ιουνίου 2011

Χωράω μέσα σε ένα σπιρτόκουτο.


Όσο αλλάζουν οι εποχές άλλο τόσο αλλάζω και εγώ. Ξεκίνησα σαν ένα άψυχο μικροσκοπικό παιχνίδι που για φωλιά μου χάριζαν ένα σπιρτόκουτο. Ήμουν, ίσως λόγω του μεγέθους μου το πιο αγαπημένο παιχνίδι των παιδιών.

Χρόνια μετά θα με βρεις μέσα στο πατάρι, σε μια σκονισμένη κούτα, δεμένη με ταινία, να κάνω παρέα με πάσης φύσης εγκυκλοπαίδειες και με τα πλεκτά της γιαγιάς που πλέον δεν τα φοράει κανείς. Τρομάζω εδώ. Είναι σκοτείνα, δεν νοιώθω το παιδικό δέρμα να ακουμπάει τη πλαστική φύση μου.

Ζω εδώ πολλά χρόνια τώρα. Που και που βλέπω το φως όταν το παιδί που κάποτε με έπαιζε ανοίγει το πατάρι για να ψάξει. Νομίζω με έχει δει. Είμαι σίγουρος ότι με έχει δει και με έχει αφήσει εδώ ακούνητο χωρίς καν να με αγγίξει. Στεναχωριέμαι.

Ακούω, παρατηρώ, ενίοτε αισθάνομαι. Αισθάνομαι πως τα πράγματα δεν πάνε καθόλου καλά. Ακούω πως στη χώρα αυτή που ζω οι άνθρωποι έχουν προβλήματα. Παρατηρώ στα μάτια τη στεναχώρια, τη κούραση και την άκοπη διαδικασία για τα προς το ζην.

Άλλαξαν τόσο πολύ οι εποχές; Άλλαξαν οι άνθρωποι; Τότε δεν έτρεχαν όλοι πανικόβλητοι με το βλέμμα καρφωμένο στο άπειρο. Τότε δεν πατούσαν πάνω σε άλλους για να διακριθούν. Τότε δεν εκμεταλλευόντουσαν όταν ο άλλος είχε προβλήματα. Τι σημαίνει καχυποψία;

Μήπως εκμεταλλευόντουσαν και έχω μείνει εγώ ένα άβουλο ον; Μήπως είναι στη φύση των ανθρώπων που ζουν σε αυτή τη χώρα; -Ωχ.. αδερφέ μου...- Μήπως τα πράγματα είναι όλα τόσο ίδια και απλά περνάνε οι εποχές και είναι οι μόνες που αλλάζουν; Δεν βλέπω πια τόσο μικρά παιχνίδια όσο είμαι εγώ.

Μήπως και τότε δίναν έμενα δώρο αντί για το σπιρτόκουτο;



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου